Musée des Icônes post-byzantines du Monastère de Vizila - Monastère de Vizila
Situation géographique
Municipalité du Nord Tzoumerka, Epire, Grèce
Départ du circuit : Musée des Icônes post-byzantines du Monastère de Vizila à Matsouki (39°33'59.8"N 21°09'42.6"E)
Arrivée du circuit : Monastère de Vizila (39°34'01.8"N 21°08'41.8"E).
Distance totale du circuit : 42 minutes et 1,8 km.
État du circuit
Attention à d’éventuelles chutes de pierre le long de la calade. L’absence de parapet sur les derniers 450m requiert une attention particulière sans présenter toutefois de danger.
Durée du circuit
42 minutes.
Introduction / description
Le circuit démarre au Musée des Icônes post-byzantines du Monastère de Vizila hébergé dans une salle de l’école primaire de Matsouki. Suivre la route (sur une distance de 550m soit 7mn de marche environ) au-dessus de l’école jusqu’au début d’une calade en pierre (39°33'52.7"N 21°09'24.4"E) qui surplombe une gorge et mène au Monastère de Vizila. Emprunter le sentier sur 1250m (35 mn) en direction du monastère. Avancer avec prudence sur les derniers 450 mètres, la calade n’ayant pas été achevée et le sentier empruntant un chemin de terre étroit. Un parapet de protection a été construit le long de la calade en pierre, le sentier étant dans une zone difficile d’accès. Le Monastère de Vizila est classé monument historique (décret 10062/934/12-7-1972, J.O. 621/Β/22-8-1972).
Critère de selection et appréciation qualitative
- Grande valeur historique et archéologique de la collection d’icônes post-byzantines et du Monastère de Vizila,
- Valeur culturelle et éducative du Monastère de Vizila, qui accueille des masters durant l’été,
- Grande valeur esthétique et beauté naturelle de la région.
Type de circuit
Randonnée pédestre sur route, sur calade en pierre et sur chemin de terre.
Morphologie du terrain : Le village se trouve à 1046m d’altitude dans une zone montagneuse avec une forêt de sapins, des prairies subalpines et des hivers marqués. Le monastère se trouve à 973m d’altitude. Le circuit est d’abord en pente douce sur les premiers 550m, puis rencontre des dénivelations importantes avec deux descentes et une montée importante sans difficulté technique particulière (sur calade en pierre). La dernière partie en terre ne présente pas non plus de difficulté particulière.
Végétation et espèces : Prairies de montagne et subalpines, chênes des garrigues, sapins (Abies borisii-regis), cultures en terrasse abandonnées, et bosquets de chênes des garrigues dans la gorge de la rivière Matsoukiotiko.
Détails historiques
Le village de Matsouki est un village valaque encerclé de deux hautes montagnes, Kakarditsa (2429m) et Katarachia (2200m). L’économie du village repose sur l’agropastoralisme. La vie semi-nomade des villages aroumains du Tzoumerka, de Matsouki, Kalarrites et Sirrako dont l’existence remonte au 15ème siècle (le village de Matsouki étant probablement le plus ancien, réparti sur cinq sites) a déterminé l’identité et l’histoire de cette région de montagne fermée sur elle-même qui a développé au 18ème siècle des activités artisanales et industrielles (notamment à Kalarrites, le village de Matsouki étant déjà endetté et en déclin économique au milieu du 18ème siècle): transformation de la laine, orfèvrerie, peinture avec des ateliers de peintres ambulants. Les trois villages aroumains contrôlaient le passage de l’Epire à la Thessalie vers laquelle les éleveurs de Matsouki et de Kalarrites guidaient leurs troupeaux, activité aujourd’hui uniquement pratiquée par les habitants de Kalarrites.
Le commerce avec les grands centres urbains d’Italie par les îles ioniennes grâce au développement de l’élevage et au commerce de la laine brute et semi-traitée et des textiles en laine a mis en contact les communautés locales de Matsouki, Kalarrites et Sirrako avec l’Europe aux 17ème et 18ème siècles. De plus, une partie de la population qui d’éleveurs sont devenus commerçants, a émigré vers les grands centres urbains de l’ouest, travaillant dans les secteurs du transport, du commerce et de la transformation de la laine rassemblant ainsi les différents compétences et savoir-faire des tailleurs.
Le Monastère de l’Annonciation de Viliza à Matsouki, à 973m d’altitude, est construit sur un emplacement protégé, sur le versant de la montagne Kritharia (39◦34΄01.42΄΄Β/ 21◦08΄42.68΄΄Α), au-dessus du point de rencontre de trois affluents de la rivière Arachtos, dans une zone où ont été retrouvées des traces de vestiges antiques (des murs probablement). Les bâtiments sauvegardés du monastère qui ont probablement remplacés des constructions plus anciennes (sans que cela ait été mis en évidence scientifiquement à ce jour) sont datés entre le dernier quart du 17ème siècle et 1783 date à laquelle l’église a été restaurée comme en témoigne l’inscription dans la niche centrale située sous l’arc en relief dans la partie intérieure de l’abside. Les fresques murales appartiennent à différentes phases du 18ème siècle (narthex: début du 18ème, église (catholicon): 1793, chapelle de Prodromos: 1737).
Pour plus d’informations sur le village voir ce site, et les liens proposés.
Δήμος Βορείων Τζουμέρκων, Ήπειρος, Ελλάδα
Έναρξη διαδρομής: Μουσείο Μεταβυζαντινών εικόνων μονής Βύλιζας Ματσουκίου (39°33'59.8"N 21°09'42.6"E).
Τερματισμός διαδρομής: Μονή Βύλιζας (39°34'01.8"N 21°08'41.8"E).
Συνολική απόσταση διαδρομής 42 λεπτά και απόσταση 1,8 χιλιόμετρα.
Κατάσταση διαδρομής
Στο πετρόχτιστο καλντερίμι θα πρέπει να δοθεί προσοχή σε πιθανή πτώση λίθων. Η μη παρουσία στηθαίου στο στενό μονοπάτι των τελευταίων 450 μέτρων απαιτεί κάποια σχετική προσοχή, χωρίς ωστόσο να εγκυμονεί κινδύνους.
Διάρκεια της διαδρομής
42 λεπτά.
Εισαγωγή / περιγραφή
Η έναρξη της διαδρομής τοποθετείται στο Μουσείο Μεταβυζαντινών εικόνων του Ματσουκίου, το οποίο στεγάζεται σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα του Δημοτικού Σχολείου Ματσουκίου. Ακολουθούμε, τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο (συνολική απόσταση 550 μ. και διάρκεια 7 λεπτά), ακριβώς επάνω από το Δημοτικό Σχολείο μέχρι την είσοδο (39°33'52.7"N 21°09'24.4"E) στο ειδικά διαμορφωμένο πέτρινο καλντερίμι, πάνω από βαθιά χαράδρα, που οδηγεί στη μονή Βύλιζας. Στη συνέχεια ακολουθούμε το ειδικά διαμορφωμένο μονοπάτι για 1250 μέτρα (διάρκεια διαδρομής 35 λεπτά) με προορισμό το μοναστήρι. Στα τελευταία 450 μέτρα δεν έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή του καλντεριμιού και κινούμαστε με προσοχή σε στενό πεζοπορικό χωμάτινο μονοπάτι. Η διαμόρφωση του πέτρινου καλντεριμιού φέρει σε όλο της το μήκος προστατευτικό στηθαίο, καθώς το μονοπάτι βρίσκεται σε δύσβατη περιοχή. Η μονή Βύλιζας είναι χαρακτηρισμένο ιστορικό διατηρητέο μνημείο (ΥΑ 10062/934/12-7-1972, ΦΕΚ 621/Β/22-8-1972).
Κριτήρια επιλογής και ποιοτική αποτίμηση
- Σημαντική ιστορική και αρχαιολογική αξία της συλλογής μεταβυζαντινών εικόνων και της μονής Βύλιζας,
- Πολιτισμική και εκπαιδευτική αξία με τη λειτουργία της μονής Βύλιζας σε εκπαιδευτικό κέντρο λόγω της διενέργειας θερινού μεταπτυχιακού σχολείου,
- ψηλή αισθητική αξία και σπάνια ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος.
Τυπολογία διαδρομής
Πεζοπορική διαδρομή σε άσφαλτο, σε διαμορφωμένο πέτρινο καλντερίμι με στηθαίο και σε χώμα.
Μορφολογία του εδάφους: Ο οικισμός βρίσκεται σε 1046μ. υψόμετρο και ανήκει σε ορεινή ζώνη με δάσος ελάτης, με υποαλπικά λιβάδια και με βαρείς χειμώνες. Η μονή Βύλιζας βρίσκεται σε υψόμετρο 973 μέτρων. Η διαδρομή χαρακτηρίζεται από ήπια κατάβαση στα πρώτα 550 μέτρα, ενώ για τα υπόλοιπα 1250 υπάρχουν υψομετρικές διακυμάνσεις με δύο καταβάσεις και μια έντονη ανάβαση που είναι, ωστόσο, χωρίς δυσκολία λόγω της διαμόρφωσης του πετρόχτιστου καλντεριμιού. Το χωμάτινο τμήμα των τελευταίων 450 μέτρων είναι ιδιαίτερα βατό και χωρίς δυσκολία.
Βλάστηση και είδη: Ορεινά και υποαλπικά λιβάδια, θαμνώνες πουρναριού, ελάτη (Abies borisii-regis) στο δάσος Πάρεσι, εγκαταλελειμμένες καλλιέργειες σε αναβαθμίδες, και στη χαράδρα του Ματσουκιώτικου ποταμού βλάστηση με πουρνάρια.
Ιστορικές λεπτομέρειες
Το Ματσούκι είναι βλαχόφωνο χωριό, το οποίο περιβάλλεται από δύο πολύ ψηλά βουνά, την Κακαρδίτσα με υψόμετρο 2429 μέτρα και τον Καταραχιά με 2200 μέτρα. Η οικονομία του οικισμού βασιζόταν στην ημινομαδική πλούσια κτηνοτροφία και στη μικρής κλίμακας γεωργία. Η κτηνοτροφική ζωή των αρομουνόφωνων οικισμών των Τζουμέρκων, Ματσουκίου, Καλαρρυτών και Συρράκου, οι οποίοι θα πρέπει να υφίσταντο ήδη τον 15ο αιώνα, με το Ματσούκι ίσως να προηγείται ως προς το χρόνο ίδρυσης –διάσπαρτο αρχικά σε πέντε οικισμούς–, προσδιόρισε την ταυτότητα αλλά και την ιστορία του κλειστού ορεινού χώρου, στον οποίο κατά τον 18ο αιώνα και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στους Καλαρρύτες –καθώς, ήδη πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα, το Ματσούκι είχε παρακμάσει και βρισκόταν, λόγω χρεών, σε δεινή οικονομική θέση– οργανώνονται μια σειρά από παράλληλες χειροτεχνικές και βιοτεχνικές δραστηριότητες: μεταποίηση του μαλλιού, αργυροχοΐα και άσκηση της ζωγραφικής τέχνης από μετακινούμενα συνεργεία ζωγράφων. Τα τρία αρομουνόφωνα χωριά ήλεγχαν τα περάσματα από την Ήπειρο στη Θεσσαλία, προς την οποία άλλωστε το Ματσούκι και οι Καλαρρύτες κατηύθυναν τα κοπάδια τους, μια πρακτική την οποία την οποία σήμερα συντηρούν σχεδόν αποκλειστικά οι Καλαρρύτες.
Το εμπόριο των μεγάλων αποστάσεων με τα μεγάλα αστικά κέντρα της Εσπερίας διαμέσου των Επτανήσων, με την κτηνοτροφική ανάπτυξη και την εμπορική διάθεση του ακατέργαστου μαλλιού και των ημικατεργασμένων ή κατεργασμένων μάλλινων υφασμάτων έφεραν σε επαφή, στη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα τις τοπικές κοινωνίες του Ματσουκίου, των Καλαρρυτών και του Συρράκου με την Ευρώπη. Συνάμα, ένα μέρος του πληθυσμού τους, καθώς οι κάτοικοί τους μετατρέπονται από κτηνοτρόφοι σε εμπόρους, κινήθηκε προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της Δύσης, απασχολούμενο με τη μεταφορά, το εμπόριο και τη μεταποίηση του μαλλιού, ή και την κατασκευή των περιζήτητων στην Αδριατική μάλλινων επενδυτών, συγκροτώντας τις συντεχνίες των ραφτάδων.
Η μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Βύλιζας Ματσουκίου είναι, χτισμένη σε φρουριακή και περίοπτη θέση, σε υψόμετρο 973 μέτρων (39◦34΄01.42΄΄Β/ 21◦08΄42.68΄΄Α) στην πλαγιά του βουνού Κριθάρια και επάνω από τη συμβολή τριών παραποτάμων που εκβάλλουν στον Άραχθο, σε μια περιοχή που φιλοξενεί –στα βορειοανατολικά της μονής– ίχνη αρχαίων λειψάνων (πιθανόν τείχους). Τα σωζόμενα κτίσματα του μοναστηριού, τα οποία πιθανότατα αντικατέστησαν προγενέστερη οικοδομική φάση, που ωστόσο δεν έχει μέχρι σήμερα αποδειχθεί αρχαιολογικά, θα μπορούσαν να χρονολογηθούν από το τελευταίο τέταρτο του 17ου αιώνα μέχρι και το έτος 1783, οπότε και ανακαινίστηκε το καθολικό, όπως μαρτυρεί η εγχάρακτη αφιερωτική επιγραφή στην κεντρική αβαθή κόγχη, κάτω από ανάγλυφο τόξο, στο εξωτερικό μέρος της αψίδας του ιερού. Σε διαφορετικές χρονικές φάσεις του 18ου αιώνα ανήκουν οι τοιχογραφίες της μονής (νάρθηκας: αρχές 18ου αιώνα, καθολικό: 1793, παρεκκλήσιο Προδρόμου: 1737).